Είμαι το γράμμα εκείνο
μιας προσπάθειας χεριού
που έφτασε ταβάνι.
Η αγκαλιά της πρότασης
την μάνα λέξη δεν χωρεί
από τη χάρη.
Εκπυρσοκρότησα στιγμιαία
σε τοίχωμα του αγέρα.
Έσβησα, δίχως ακατάσχετη
απώλεια μελανιού.
Κι ακόμη καρτερώ
κείνο τον τόνο που μου έλειπε.
Τι εγωισμός!
Οι χαρακτήρες, άποψη δεν έχουν.
Δικαίως τιμωρήθηκα.
Μα ακόμη απαιτώ
της τραγικής μου ειρωνείας
την λυτρωτική αναγνώριση στην τόση ομοιομορφία.