Μάθημα πληροφορικής, Β΄ Λυκείου. Μπροστά της οθόνες, διάλεξε μια στην τύχη και κάθισε, είχαν όλες το ίδιο
φόντο στην επιφάνεια εργασίας. Το γνωστό πράσινο λοφάκι της Microsoft, με τα Windows 7, όχι σαν τα Vista
που η πολυπλοκότητα τους είναι σαν κύβος του Rubik.
Ήρθαν δίπλα οι φίλες της και της ψιθύρισαν στο αυτί σαν τις Ερινύες « Έλα, έλα , μπες στο chat room να
γελάσουμε με κανέναν μαλάκα» και χαχάνιζαν σαν κλώσες που γεννούν αυγά. Εκείνη τη στιγμή ήθελε να είχε
ένα γκαζάκι με φωτιά για να τους καψαλίσει τα φτερά.
Εν τέλει πληκτρολογεί το όνομα του website και πατάει Enter. Ανοίγονται μπροστά της πληθώρα τα
παραθυράκια των συνομιλιών. Emoticons, σύμβολα και αριθμοί. Ζαλίστηκε. Το όνομα που επιλέχθηκε για
συνομιλία ήταν Άρης, διότι στο χωριό της δεν υπήρχε, πάρα μόνο Βαγγέλης, Βασίλης και τα συναφή. Ξεκίνησε
η τυπική ηλεκτρονική συζήτηση, με ερωτήσεις του τύπου που μένεις, πόσο χρονών είσαι κτλ.
Όσο η ροή του χρόνου κυλούσε, τόσο φούντωνε το ενδιαφέρον της για τον άγνωστο συνομιλητή, με καταγωγή
από την Μακεδονία. Εγκεφαλική επικοινωνία με τους συγχωριανούς της δεν υπήρξε, εξού και η αναζήτηση
ατόμων εκτός τοπικής εμβέλειας. Το μάθημα της πληροφορικής έφτασε στο τέλος του. Ευτυχώς ή δυστυχώς , ο
χρόνος θα το αποφασίσει, πρόλαβαν να ανταλλάξουν αριθμούς κινητής τηλεφωνίας.
Καθηλωμένη σε μια ξύλινη καρέκλα, αμίλητη σαν σκύλος που φοράει φίμωτρο για να μην δαγκώσει τον
καθηγητή της, ανυπομονούσε να σχολάσει, να πάει στο σπίτι της πειθαρχίας και να πάρει τηλέφωνο τον Άρη.
Ήθελε να ακούσει το ηχόχρωμα της φωνής του. Μαθητής και αυτός. Γ΄Λυκείου. Μεσημέρι. Στο σπιτικό της
επικρατούσε η μεσημεριανή σιέστα, την τηρούσαν όλοι ευλαβικά, εκτός από εκείνη, διότι τότε εύρισκε την
ευκαιρία να εκφραστεί μυστικά και ήσυχα, μη τυχόν και η δημιουργικότητας της με τον εκκωφαντικό ήχο τους
ξυπνούσε από τον ύπνο του δικαίου.
Αρπάζει το κινητό, μια μπακατέλα Nokia 3510 με ανάλυση εικόνας άστα να πάνε, pixels σαν τα παιχνίδια που
παίζαμε στα ηλεκτρονικά με τις 100 δραχμές. Δραχμούλα καλή. Από την άλλη γραμμή του τηλεφώνου ακούει
μια βαριά φωνή, ανατρίχιασε. Η περιγραφή της εξωτερικής του εμφάνισης την παραξένεψε. Μα ποιός είσαι ρε
παιδί μου; Ο Απολλώνιος θεός; Φυσικά και δε τον πίστεψε, του ζήτησε να της στείλει φωτογραφία μέσω mms.
Τώρα θα αναρωτιέσαι τι είναι αυτό. Μπίπ, μπίπ το κινητό δονεί σαν δονητής. Φωτογραφία ελήφθη. Αποτέλεσμα
ικανοποιητικό, με την επιστράτευση της φαντασίας φυσικά, η οποία άλλοτε την πλάνευε και άλλοτε όχι.
Μιλούσαν σε καθημερινή βάση. Εφηβικές ανησυχίες και τηλεφωνικό σεξ με πιξελαρισμένες φωτογραφίες.
Ερεθισμός, ηδονή και κορύφωση, τυλιγμένες με πολύχρωμο χαρτάκι καραμέλας της εταιρείας Σιωπηλά
Βογγητά ΑΕ. Μην τα ακούσει ο Κέρβερος πατέρας της και την κρεμάσει στην συκαμιά.
Ο Άρης αποφάσισε να αφήσει τον βορά για να ανταμώσει την Ισμήνη. Ένα Αυγουστιάτικο πρωινό ανέβηκε στο
καλτ λεωφορείο των ΚΤΕΛ. Μετά από 7 μαρτυρικές ώρες κατέφθασε στο χωριό. Που να ξέρανε άραγε τι τους
έμελε να πάθουν, τι είχαν πλέξει οι τρείς μοίρες στον αργαλειό. Φλοκάτη μα καραμελωτή; Η αίσθηση έχει όμως
κοινό παρονομαστή και οι δύο σε τσιμπάνε στο δέρμα. Δε πα να φορέσεις ότι θες, θα διαπεράσει το ύφασμα του
ρούχου σου.
Η Ισμήνη περιμένοντας να έρθει ο Μορφέας μέσα στην νύχτα για να αγκαλιάσει την οικογένεια της, πήδηξε με
ένα σάλτο από το παράθυρο για να συναντήσει τον Άρη που την περίμενε καρτερικά στην πέτρινη βρύση.
Καθώς τον αντίκρισε από κοντά, ένιωσε ρίγος, δεν πτοήθηκε. Τον οδήγησε σε ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι με
τσιμεντένια αυλή, περιτριγυρισμένο από ελιές, ξερά χόρτα και ασφάκες.
Οι μοναδικοί άγρυπνοι φρουροί εκείνης της νύχτας ήταν οι πυγολαμπίδες που είχαν βγει σεργιάνι με τα
φαναράκια τους.
Ο Έρεβος μαζί με την αδερφή του Νυξ ερωτοτροπούσαν δίχως ενοχή. Έστρεψαν το βλέμμα τους στη Γαία,
στους δύο κοινούς θνητούς. Καθισμένοι στα σκαλοπάτια της αυλής. Το τσιμέντο ζεστό, τραχύ, τρυπούσε τα
γυμνά της μπούτια. Μα να ήταν μόνο αυτό και κάτι άλλο της τρύπησε τον παρθενικό υμένα, άπειρα, αδέξια, σαν
ερασιτεχνικής φύσεως συνθήκη. Χωρίς προεργασία φιλιών και προκαταρκτικών. Απόλυτη άγνοια δύο εφήβων.
Άφωνη κραυγή. Βουβό το ουρλιαχτό του πόνου της , το κατάπιε αμάσητο το λαρύγγι της νύχτας και το ξέρασε
από τον κόλπο σε μορφή κόκκινου πηχτού αίματος. Κυλά ως τα γόνατα, ρυάκι του ποταμού Πυρηφλεγέθων το
αίμα της ηλεκτρονικής παρθενίας . Σταγόνες σταλακτιτών τα δάκρυα, δρόσιζαν τα πυρακτωμένα μάγουλα.
Βλέμμα τρόμου καρφωμένο στα μαύρα καρβουνιασμένα βουνά. Σχεδιασμένα από τα τρεμάμενα χέρια ενός
βοσκού. Ο θρήνος της Ισμήνης έφτασε έως τα αυτιά του και ευθύς αμέσως έφερε στα χείλη του την ξύλινη
φλογέρα. Η μελωδία του τραγουδιού ένα Ηπειρώτικο μοιρολόι.
Ο Άρης. Ζει ανάμεσα της ή σεργιανίζει στα σοκάκια της χώρας των οστών;
Nokia 3510. Φραγή κλίσεων εξερχόμενων κλίσεων από χρήστες χαρμολύπης.