Να μείνω απόψε να σιωπώ στο πλάι σου
και σαν διψάσουνε τα θέλω σου να πίνεις
ένα ποτήρι απ’ το αίμα μου που πάγωσε
όταν ψιθύριζες “Να φύγω ή θα φύγεις;”.
Άδειοι οι δρόμοι κι οι φωνές δειλιάσανε,
μοιάζουν διαβάτες από τόπο ξεχασμένο,
που δεν ρωτάνε γιατί απλά ξεχάσανε,
καθώς η αγάπη τους αντίκρισε το τέλος.
Εγώ σε φιλοξένησα βαθιά μες στην καρδιά μου,
φωτιά στα όνειρά μου,
σε θέλω εδώ, κοντά μου!
Να φύγω απόψε, να μη ζω το χάδι σου
άδειο από αισθήματα επάνω μου να γέρνει
κι εκεί που φώλιαζαν η αγάπη και τα πείσματα
μοιάζει η ματιά σου σαν φαρμακερό μαχαίρι.
Άδειες σιωπές και κολασμένα αισθήματα
διχάζουν χρόνια το μυαλό, το κυβερνάνε,
δεν σε ρωτάνε ξέρουν από εγκλήματα
λευκό καπνό όταν στο σώμα σου σκορπάνε.