Μέσα σε κάμαρες κλειστές
κάμερες ανοιχτές, μάτια σκληρά
περιεργάζονται το υποψήφιο θύμα
σαν θάλασσας τυχαίο μαύρο κύμα
σε νεκρικό άσπρο μάρμαρο,
σε ερώτων άσπρο μνήμα
Γδύνονται σώματα άγνωστα
Με τις ψυχές ντυμένες
βιάζοντας καταπίνουν ζωής μικρές στιγμές
Σκοτώνοντας φιλιά, σκοτώνοντας το βλέμμα
Θυσιάζοντας ζωές σε ηδονών βωμούς
Σβήνουν τo φως, να βλέπουν δεν αντέχουν …
γυρεύουν να κρυφτούν στα γνώριμα σκοτάδια
Μόνοι ξανά με πρόφαση ανάγκης συντροφιά…
Με αίμα στα δάχτυλα ορμούν με χάδια αρπαγής
Με έναν μόνο στόχο
στο χρόνο μια ευκαιρία δεν έδωσαν ποτέ
Στην αγκαλιά, στο γέλιο…
Ένα τραγούδι οι λαίμαργοι εραστές δε χάρηκαν ποτέ
Δεν έμαθαν τίποτα ο ένας για τον άλλον
Την άλλη μέρα ξύπνησαν και άρχισαν τις συστάσεις
της σάρκας τα κελιά γέμισαν εξεγερμένους κρατούμενους
που έτρεχαν να βρουν πώς να αποδράσουν…
Εθίστηκαν να βαφτίζουν έρωτα την πύρρειο νίκη των σωμάτων
Ρουφώντας την σα σκόνη…
Να καταπίνουν αμάσητες ερωτικές μπουκιές
Με την αθλιότητα μιας ακραίας πείνας, πανάρχαιας ,
ένστικτο δυσβάσταχτης κληρονομιάς
Και έζησαν αυτοί δολοφονικά
Και εμείς δολοφονικότερα, βράδια μετρώντας σε στιγμές σαν πτώματα σε μαζική εκτέλεση.

[Κατά συρροήν δολοφόνοι] της ‘Ελσας Αργυρού
Μέσος Χρόνος Ανάγνωσης: < 1 λεπτό