Πώς να σιωπάσει μέσα μου η κραυγή;
Που έξαλλη με φωνές με τρελαίνει,
κλείνω τ ‘αυτιά μα αυτή παραμένει,
εγώ κλαίω κι αυτή κάνει γιορτή.
Σαν τον πόνο είναι τόσο δυνατή
και με κάθε αντοχή επιμένει,
μα είναι μέσα μου και με πεθαίνει,
δεν μπορώ να ξεφύγω από αυτή.
Μήπως θα είναι το τέλος της εκεί;
Στα μονοπάτια της πικρής σιγαλιάς;
Στην αιώνια παράξενη σιωπή;
Ξαφνικά όλα θα χαθούν μονομιάς
κι έτσι θα ‘ναι ελεύθερη να βγει,
μια άψυχη φιμωμένη κραυγή.