Τι να μου πεις κι εσύ, ξύλινε;
Που με στηρίζεις σ’ αυτή τη δύσκολη στιγμή της αναμέτρησης, ανάμεσα σε μένα και τον εαυτό μου;
Τι να μου πουν τα ψαροκάικα κι οι φάροι;
Τι να μου πει το δηλητήριο που κατεβαίνει απαλά και γλυκά ν’ απαλύνει προσωρινά το πόνο μου;
Μια ψευδαίσθηση μόνο.
Ακόμη εδώ ξύλινε. Κρυώνω.
Ούτε ο καιρός δεν ευνοεί.
Εχω ανάγκη να ταξινομήσω τα γεγονότα. Να διαγράψω το παρελθόν. Τα φαντάσματα.
Να τ’ αφήσω σε σένα ξύλινε… στα ψαροκάικα, στους φάρους.
Να στοιχειώνουν τη θάλασσα.
Ν’ αλλοιωθώ μέσα απο απαγορευμένα καπνά και παραισθήσεις. Τόσο καιρό κατάντησα βαρετή για όλους και για μένα.
Τ’ αφήνω όλα σε σένα ξύλινε. Ας δεχτείς ένα ακόμη βάρος.
Τόσοι άλλωστε βαριαναστενάζουν επάνω σου μεθυσμένοι, με τα μπερδεμένα λόγια τους.
Εχεις ραγίσει πια ξύλινε, από τα βάρη του κόσμου.
Ας πιούμε άλλο ένα.

|Ας πιούμε| της Ελισάβετ Γλυκοφρύδη
Μέσος Χρόνος Ανάγνωσης: < 1 λεπτό